Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

ενα γατί στο γαλλικό σινεμά

....................ναι,το ακούω και γώ
ειναι ένας αδύνατος,άχαρος Γάλλος με ψιλό μουστάκι και ριγέ ασπρόμαυρη μπλούζα.Τον έφερε η κοπέλα του με το αερόστατο και ύστερα το έδεσε στα κάγκελα του φλοριάν....Να,αν βγείς έξω θα τη δεις να μοιράζει σοκολατίτσες στα παιδάκια. Τη λένε Μάργκο (ή Αλίκη,ή Κρίστα,δε θυμάμαι) και ο μπαμπάς της έχει ένα ψαράδικο στην ακρη του λιμανιού στην Τζιά. Κάθε άνοιξη βάφει τη βάρκα μπλέ-ασπρο-κοκκινο, γιατί η μικρή του αγαπάει ένα Γάλλο, και αφού όταν ξυπναέι δε μπορέι να έχει κρουασάν, ας έχει τουλάχιστον μια βάρκα τρικολορ να της θυμίζει το σαξοφωνίστα που εξαφανίζεται τα καλοκαίρια.Δεν το θέλει ούτε αυτός, αλλά για να μη μπεί φυλακή για ένα ποδήλατο που έκλεψε όταν ήταν 15,ο δήμαρχος στην πατρική του πόλη (που τώρα έγινε υπουργός πολιτισμού) τον αναγκαζει να γυρνάει στις πλατείες της γης και να παίζει το βαλς της Αμελί. Δεν είναι το ίδιο χωρις βιολί, το πνευστό το κάνει πιο πρωτόγονο,αλλά πάλι δε φταίει αυτος,γιατί όταν μικρός πήγαινε στον κύριο Έντερ (ναι,τον μπαρμπούλη του Φρου Φρου,τον ξυλουργό) εκείνος δεν είχε μάθει ακόμα να φτιάχνει βιολιά,έφτιαχνε μόνο κατι υποτυπώδη ξύλινα σαξόφωνα. Με αυτά έμαθε...και τα άλλαξε μόνο την πρώτη μέρα που συνάντησε την Κρίστα (ή Αλίκη ή Μάργκο,δε θυμάμαι),σε εκείνο το στενό δρομάκι κάτω από το κτίριο της παλιάς της  Νομαρχίας, και μόλις είδε τα μάτια της,έτρεξε σπίτι,μάζεψε όσα λεφτά είχε,ψιλά και χάρτινα, και πήγε και αγόρασε ένα σαξόφωνο κανονικό. Πριν το φυσήξει πρώτη φορά,το έβαψε κόκκινο,γιατί το δικο του λεέι το στρόγγυλο από τις νότες έβγαινε μόνο σε σχήμα καρδιάς, και ταίριαζε το κόκκινο καλύτερα...Να,αν βγεις τώρα έξω,θα τις δείς,καρδούλες με κεραίες και ουρές, και μόνες και δυο-δυο, να κατεβαίνουνε πετώντας τη Μαρτίου ψάχνωντας πεντάγραμμο. Ξέχασα να σου πω,ο άχαρος Γάλλος δεν έχει όνομα,ή μπορεί να'χει αλλά δεν του το είπανε ποτέ,γιατί γεννήθηκε με μια σπάνια αλλεργία στα φωνήεντα και το δικό του ξεκινούσε από τέτοια μάλλον..

Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2014

γ ρ α μ μ α τ ι κ ή



έλα, άνοιξε μάτια, ξεκίνα να μασάς τα χείλη σου και πάμε....
σήμερα θα μιλήσουμε για στίγματα και για στιγμές και για σημεία στίξης. 
τελείες –ειδικά αυτές τις πούστικες τις άνω-
 κόμματα ,που είναι από μόνα τους  η ρίζα του ιώτα που τους λείπει για να γίνουνε κομμάτια, 
και τα ερωτηματικά σου που τρελαίνομαι να ψαλιδίζω στις κορφές 
για να τα βλέπεις για θαυμαστικά. 
Γιατί θαυμαστικά γεννήθηκαν, μόνο που δεν αρκέστηκαν στο να θαυμάζουν 
και άρχισαν να ρωτούν, μέχρι που στραβολαίμιασαν 
και έμειναν έτσι με το κεφάλι να κοιτάει το πάτωμα.. 
Διαλυτικά, που δεν υπάρχουνε στ’αλήθεια, και είναι απλώς  ένα ζευγάρι άνω τελείες,
 που βαφτίζουν το κενό  ανάμεσά τους αναρχοαυτόνομο και του δίνουν χώρο να φωνάξει.
( Εκεί φωνάζουμε, να ξες, ανάμεσα σε δυο τελείες )
 Τριάντα χρόνια πριν θα σου μιλούσα για δασείες και περισπωμένες, 
αλλά το τριάντα είναι νούμερο τρομακτικό, 
ακόμα πιο πολύ και απ’τις στιγμές που αξίζουν να δασύνονται και να περισπώνται, 
οπότε τις καταργήσαμε και έτσι ένα μεγάλο κομμάτι της θεωρίας 
είναι αυτομάτως εκτός ύλης… 
ευτυχώς, γιατί αν ήταν να μιλήσουμε για ύλη, 
δε θα σου έλεγα ούτε για στιγμές και στίγματα, 
γιατί αυτά είναι ύλη εκρηκτική που κουβαλάει ο καθένας 
κάτω απ’το δέρμα και πίσω απ’τα βλέφαρα ,
δε θα σου έλεγα ούτε για ταξίδια και ούτε για τσιγάρα και για μουσικές,
 που είναι και τα τρία καπνός που ανεβαίνει γρήγορα
 πιο ψηλά από κει που φτάνουνε τα δάχτυλα μας, 
ούτε για φόβους που κρύβονται πίσω από γέλια νευρικά.
 κι αν ήταν να μιλήσουμε για υπαρξιακά, 
πάλι θα γύρναγα το θέμα στα πεζά και τα εύκολα,
 στη βροχή και στα σκοτάδια,
 στα ξημερώματα , στα όνειρα, 
και τελικά στα ζελεδένια πολύχρωμα αρκουδάκια με γεύσεις φρούτων,
 αυτά, που τα πορτοκαλοκόκκινα  είναι πιο νόστιμα, 
γιατί  έχουν το χρώμα από φώτα αυτοκινήτου που αναβοσβήνουνε για καλημέρες…