Παρασκευή 4 Μαρτίου 2022

μάρτη να βάλεις, μη μου καείς.




πως είναι να πεθαίνεις...ε,έτσι

μέχρι να μην πονάει άλλο και μέχρι να νομίζεις πως χαμογελάς, βαφτίζοντας χαμόγελο την ακαμψία στα χείλη

μέχρι να μη νιώθεις,περνώντας για ησυχία το που σταμάτησε το αίμα να κυλάει,μπερδεύοντας τα παγωμένα δάχτυλα με Σεπτεμβριάτικο θαλασσινό νερό

μέχρι να μη βλέπεις,γιατί δεν ανοίγουνε τα βλέφαρα,αλλά βολεύεσαι να λες ότι να –ένα λεπτάκι μόνο- έκλεισα τα μάτια για να ονειρευτώ

αυτό.μέχρι να μην ονειρεύεσαι,γιατί τα όνειρα είναι χαζομάρες για τους ζωντανούς...όπως κι ο έρωτας

ως το σκοτάδι.ως τις νευρικές επαναλήψεις,τις ασυναρτησίες,τις σιωπές και τα κενά

μέχρι το τελευταίο,τάχα ακούσιο χάδι στον αέρα,που νόμιζες πως είναι δάχτυλα

ως και την τελευταία αναπνοή...το όνομα που όλοι άκουσαν ρόγχο

χωρίς ψυχή -η ψυχή του πάρτυ- στο κέντρο μιας παρέας που γαμήθηκε στα γέλια από το πένθος

μέχρι το μόνος

μέχρι την αρχή

πως είναι να γεννιέσαι...ε,έτσι.-